Άρθρο 132 - Επιβαλλόμενη προσοχή προς τις αμαξοστοιχίες εν πορεία. Υποχρέωση των υπαλλήλων εν γένει.

  1. Γενικώς, τόσο οι υπάλληλοι σταθμών και αμαξοστοιχιών όσο και οι εργαζόμενοι επί της γραμμής, οι φύλακες των Ι.Δ. κτλ. οφείλουν να παρατηρούν τις αμαξοστοιχίες εν πορεία στον βαθμό που αυτό είναι εφικτό.

  2. Σημεία παρατήρησης ανωμαλιών

    Τα σημεία επί των οποίων πρέπει να στρέφεται η προσοχή των υπαλλήλων, σχετικά με αυτά που αναφέρονται στην ανωτέρω παράγραφο 1320, προς αναγνώριση ανωμαλιών, είναι:

    1. υπερθέρμανση των λιποκιβωτίων,(1)

    2. αντικανονική σύσφιγξη των τροχοπεδίλων και ολίσθηση τροχών

    3. βλάβες των οργάνων κύλισης (ελατήρια, πλάκες καθοδήγησης, επίσωτρα)

    4. χαλαρή ζεύξη οχήματος, η οποία επιφέρει απότομες παλμώσεις «εμπρός - πίσω» (σκορτσάρισμα)

    5. συρόμενα εξαρτήματα και μέρη οχημάτων

    6. ταλάντευση και χωλότητα κύλισης οχήματος, κτύποι ασυνήθεις κτλ.

    7. μετατόπιση φορτώματος και προεξοχές οι οποίες υπερβαίνουν το περιτύπωμα καθώς και εξαρτήματα ή αδιάβροχα μη καλώς στερεωμένα

    8. πυρκαγιά

    9. κατάσταση των σημάτων της αμαξοστοιχίας.

  3. Υποχρέωση προσωπικού συνοδείας

    Ο Μηχανοδηγός και οι συνοδεύοντες υπάλληλοι συγκεκριμένα, πρέπει να παρατηρούν την αμαξοστοιχία τους σε κάθε εκκίνηση, και κατά την πορεία, με στόχο την αναγνώριση τυχόν ανωμαλίας, όπως περιγράφονται στην παράγραφο 1321 ανωτέρω.

  4. Μέτρα ληπτέα σε περίπτωση αμαξοστοιχίας σε επικίνδυνη κυκλοφορία

    α. Καθένας υπάλληλος ο οποίος διαπίστωσε ότι μία αμαξοστοιχία, κυκλοφορεί με κάποια ανωμαλία, όπως αναφέρεται ανωτέρω, και κατά την κρίση του διατρέχει άμεσο κίνδυνο, οφείλει να προκαλέσει αμέσως τη στάθμευσή της.

    β. Υπάλληλος, ο οποίος δεν δύναται να προκαλέσει ο ίδιος με ενέργειές του τη στάθμευση της αμαξοστοιχίας δίδει το σήμα κινδύνου (σήμα 115, Κανονισμού Σημάτων) και ειδοποιεί μέσω τηλεφώνου ή ραδιοτηλεφώνου το προσωπικό της αμαξοστοιχίας με ανωμαλία, τον πλησιέστερο εμπρός σταθμό προς τον οποίο αυτή κατευθύνεται καθώς και τον Ρυθμιστή, στις γραμμές υπό ρύθμιση.

    γ. Το προσωπικό συνοδείας της αμαξοστοιχίας προκαλεί τη στάθμευσή της με το σήμα κινδύνου ή με προοδευτικό άνοιγμα δικλείδας ανάγκης την οποία επανακλείει μετά τη στάθμευση.

    δ. Στις αρτηρίες με διπλή γραμμή, ο υπάλληλος ο οποίος διαπίστωσε επικίνδυνη ανωμαλία σε αμαξοστοιχία η οποία κυκλοφορεί σε έτερη γραμμή, ειδοποιεί ραδιοτηλεφωνικά τον σταθμό προς τον οποίο κατευθύνεται και τον Μηχανοδηγό της. Σε περίπτωση αδυναμίας ειδοποίησης σταθμεύει τη δική του αμαξοστοιχία, για να μπορέσει να επιδώσει ή να μεριμνήσει έτσι ώστε να επιδοθεί η ειδοποίηση, το ταχύτερο δυνατό.

    ε. Εάν η διαπιστωθείσα ανωμαλία εικάζεται ότι επέφερε ήδη βλάβη στη γραμμή την οποία διέτρεξε η αμαξοστοιχία ή κατέστησε επικίνδυνη την κυκλοφορία επί αυτής ή της έτερης γειτονικής (σε διπλή γραμμή), ο υπάλληλος που διαπίστωσε αυτό λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα για τη στάθμευση των αμαξοστοιχιών των κατευθυνομένων προς το επικίνδυνο σημείο.

    στ. Εάν η διαπιστωθείσα ανωμαλία από το προσωπικό συνοδείας είναι τέτοια ώστε να κρίνεται ασφαλής η κυκλοφορία μέχρι τον πρώτο Σταθμό στάθμευσης, θα πρέπει στο σταθμό αυτόν να εξετάσει το σημείο ανωμαλίας ο Μηχανοδηγός, για να αρθεί. Εάν αυτό καθίσταται αδύνατο, ειδοποιείται από τον Σταθμάρχη ο Σταθμός εμπρός, στον οποίο προγραμματισμένα επιθεωρείται η αμαξοστοιχία από Επισκέπτη, ο οποίος θα επιληφθεί κατάλληλα εφοδιαζόμενος ή και συνεπικουρούμενος.

  5. Πυρκαγιά επί αμαξοστοιχίας.

    Σε περίπτωση που εκδηλωθεί πυρκαγιά επί αμαξοστοιχίας η οποία βρίσκεται επί ανοικτής γραμμής, σταθμεύει αμέσως και καλύπτεται κανονικώς. Μετά τη στάθμευση της αμαξοστοιχίας επιδιώκεται η διά παντός μέσου καταστολή της φωτιάς και εν ανάγκη αποσυνδέεται και απομακρύνεται το καιόμενο όχημα από τα υπόλοιπα. Εάν καταστεί δυνατή η περιστολή της φωτιάς μέχρι ενός σημείου το οποίο θα επιτρέπει την πορεία της αμαξοστοιχίας άνευ κινδύνου μέχρι τον πρώτο σταθμό, τότε αυτή κυκλοφορεί με δέουσα ταχύτητα μέχρι τον σταθμό αυτόν στον οποίο αποκόπτεται το όχημα και ο οποίος φροντίζει για την τελική κατάσβεση της φωτιάς.

1325.-1329. Κενές.

1

Εξελίσσεται ξεκινώντας με οξύ τριγμό, ακολούθως αποδίδει καπνό (ή μυρωδιά καύσης) και κατά περίπτωση φλόγα, η οποία ενδεχομένως να θερμάνει το λιποκιβώτιο μέχρι να ερυθροπυρωθεί.