Άρθρο 3 - Αρίθμηση των αλλαγών τροχιάς, μηχανικών εγκαταστάσεων, γραμμών και δεσμών.¶
Η αρίθμηση των μηχανικών εγκαταστάσεων και των γραμμών κάποιου σταθμού ή άλλου συμπλέγματος γραμμών ορίζεται με βάση τις παρακάτω γενικές αρχές.
Οι αλλαγές τροχιάς κάθε συμπλέγματος γραμμών είναι αριθμημένες κατ' αρχήν από τον αριθμό 1 και εφεξής με αύξουσα σειρά κατά τη φορά της χιλιομέτρησης της γραμμής. Τον αριθμό 1 φέρει η πρώτη αλλαγή τροχιάς του συμπλέγματος την οποία συναντά κάποιος βαδίζοντας επί της κύριας γραμμής κατά τη φορά της χιλιομέτρησης, τον αριθμό 2 η αμέσως επόμενη σε οποιαδήποτε γραμμή και αν βρίσκεται κ.ο.κ. Σε σταθμούς όπου έχει εγκατασταθεί σύστημα ΕΗΣΑ είναι δυνατόν να οριστεί διαφορετικός τρόπος αρίθμησης.
Τα σήματα αλλαγών τροχιάς και των αντίστοιχων ορίων απόστασης χαρακτηρίζονται με τον αριθμό της αντίστοιχης αλλαγής τροχιάς.
Οι περιστροφικές και μεταφορικές γέφυρες, οι γεφυροπλάστιγγες, οι γερανοί ύδρευσης και τα μόνιμα σήματα ελιγμών και κάλυψης των Σταθμών αναπαριστώνται με στοιχεία που φέρουν αριθμητικό δείκτη, ο οποίος αυξάνεται σε αντιστοιχία με την χιλιομέτρηση.
Τα σήματα των γερανών ύδρευσης χαρακτηρίζονται με το στοιχείο του γερανού ύδρευσης.
Τα τμήματα γραμμής όλων των συμπλεγμάτων χαρακτηρίζονται:
α. από τον αριθμό των αλλαγών αυτών, εάν ορίζονται από δύο αλλαγές τροχιάς. Εάν δύο αλλαγές τροχιάς ορίζουν δύο τμήματα γραμμής, τα οποία βρίσκονται προς τα αριστερά ενός παρατηρητή που κοιτάζει κατά τη φορά της χιλιομέτρησης, τότε αυτό που βρίσκεται αριστερότερα φέρει επιπρόσθετα τη διάκριση «δις», π.χ. εάν δύο αλλαγές τροχιάς, οι αριθμ. 3 και 8, ορίζουν δύο τμήματα γραμμής, τότε το ένα χαρακτηρίζεται ως τμήμα 3-8 και το άλλο, (το οποίο βρίσκεται αριστερότερα του παρατηρητή κατά τη φορά της χιλιομέτρησης) χαρακτηρίζεται ως τμήμα 3-8 δις.
β. από τον αριθμό της αλλαγής και του αριθμού της γέφυρας, εάν ορίζονται από μία αλλαγή τροχιάς και μία περιστροφική ή μεταφορική γέφυρα, π.χ. το οριζόμενο τμήμα από την αλλαγή 5 και την περιστροφική γέφυρα Γ2 χαρακτηρίζεται ως τμήμα 5-Γ2.
γ. από το στοιχείο Κ με αριθμητικό δείκτη για κάθε τμήμα γραμμής που καταλήγει σε αδιέξοδο, ανεξαρτήτως του τρόπου σύνδεσης του με τις υπόλοιπες γραμμές, (π.χ. αλλαγή τροχιάς, περιστροφική ή μεταφορική γέφυρα), π.χ. Κ1, Κ2 κ.ο.κ., ο οποίος αυξάνεται εφόσον το τμήμα βρίσκεται αριστερότερα προς τον παρατηρητή που κοιτάζει κατά τη φορά της χιλιομέτρησης και έχει ολόκληρο το εν λόγω σύμπλεγμα γραμμών προς τα αριστερά του.
Οι δέσμες γραμμών χαρακτηρίζονται με τα στοιχεία Α, Β, Γ κ.ο.κ.
Οι γραμμές καθεμιάς δέσμης χαρακτηρίζονται με τους αριθμούς 1, 2, 3 κ.ο.κ. οι οποίοι αυξάνονται εφόσον η γραμμή βρίσκεται αριστερότερα προς τον παρατηρητή που κοιτάζει κατά τη φορά της χιλιομέτρησης και έχει ολόκληρη τη δέσμη προς τα αριστερά του.
Εάν τμήμα γραμμής που καταλήγει σε αδιέξοδο αποτελεί μία συγκεκριμένη γραμμή της δέσμης τότε αυτό χαρακτηρίζεται με τον αριθμό της γραμμής που ακολουθείται από το στοιχείο Κ.
Σε κάθε δέσμη γραμμών, ανεξαρτήτως της αρίθμησης της παρ.29, οι γραμμές κυκλοφορίας οι οποίες έχουν ορισθεί για την άφιξη, αναχώρηση και διέλευση αμαξοστοιχιών χαρακτηρίζονται με τους λατινικούς αριθμητικούς χαρακτήρες Ι, II, III κ.ο.κ. Τον αριθμό Ι φέρει η πρώτη γραμμή την οποία συναντά ο εκκινών από το κτίριο των επιβατών, ο οποίος βαδίζει κάθετα προς τη διεύθυνση των γραμμών. Τον αριθμό II η επόμενη γραμμή κυκλοφορίας κ.ο.κ.
Η αρίθμηση των γραμμών και εγκαταστάσεων καθενός Σταθμού ή άλλου συμπλέγματος ορίζεται με διαταγή.
Σε καθέναν Σταθμό ή άλλο σύμπλεγμα γραμμών και σε μέρος προσβάσιμο στο ενδιαφερόμενο προσωπικό αναρτάται λεπτομερές σχέδιο της διάταξης των γραμμών και εγκαταστάσεων, το οποίο φέρει τους αριθμούς ή τα χαρακτηριστικά στοιχεία αυτών.
Καθένας υπάλληλος του συμπλέγματος, που εκτελεί υπηρεσία που σχετίζεται με τους ελιγμούς και την κυκλοφορία, οφείλει να είναι απόλυτα ενήμερος για τη διάταξη των γραμμών και των εγκαταστάσεων του συμπλέγματος.
Η χρήση των γραμμών και των εγκαταστάσεων και η κανονική θέση των αλλαγών τροχιάς και των σημάτων ορίζεται με διαταγή για κάθε Σταθμό ή σύμπλεγμα γραμμών.